Ο «Νονός» αποτελεί τη σημαντικότερη ταινία όλων των εποχών, μαζί με το δεύτερο μέρος, που γύρισε ο δαιμόνιος Φράνσις Φορντ Κόπολα, μέσα σε τρία χρόνια, πριν συμπληρώσει τα 35 του χρόνια, στην πιο δημιουργική εποχή της ζωής του.
Το διπλό επικό γκανγκστερικό δράμα του Κόπολα είναι μαζί με άλλες ταινίες που πρέπει οπωσδήποτε να έχει δει ένας φίλος του κινηματογράφου, είναι ένα τεράστιο κεφάλαιο για το σινεμά, μια δημιουργία ανεπανάληπτη, μάθημα για το πώς ένα βιβλίο μεταφέρεται αψεγάδιαστα στη μεγάλη οθόνη.
Ο Φράνσις Κόπολα, έχοντας κερδίσει ένα Όσκαρ σεναρίου, για το «Πάτον», δεν θεωρείτο το φαβορί να αναλάβει τη σκηνοθεσία ενός τόσο μεγάλου κινηματογραφικού στοιχήματος για την Paramount, που εκείνη την εποχή αντιμετώπιζε οικονομικά προβλήματα και πόνταρε την ύπαρξή της στο μπεστ σέλερ του Μάριο Πούτσο.
Μεγάλα ονόματα, από τον Άρθουρ Πεν και τον Σέρτζιο Λεόνε μέχρι το δικό μας Κώστα Γαβρά, είχαν το προβάδισμα στην Paramount, αλλά τελικά ο Κόπολα τους έπεισε και εκ του αποτελέσματος δικαιώθηκε και το αφεντικό των στούντιο Ρόμπερτ Έβανς και φυσικά ο Ιταλοαμερικάνος σκηνοθέτης. Αν όμως, για τη σκηνοθεσία υπήρξαν αρκετοί υποψήφιοι, για τους πρωταγωνιστικούς ρόλους έγινε πραγματικά σφαγή. Μέχρι να ολοκληρωθεί "το καλύτερο καστ που υπήρξε ποτέ σε ταινία", σύμφωνα με τον Στάνλεϊ Κιούμπρικ, πέρασε από χίλια μύρια κύματα. Στο ρόλο του Μπράντο, για τον οποίο η Paramount αμφέβαλε, σχεδόν... αναγούλιαζε, αρχικά ήθελε τον Φρανκ Σινάτρα, ενώ ο κατάλογος με τους υποψήφιους ήταν ατελείωτος...
Η ταινία, ένας συνδυασμός γκανγκστερικής αιματοβαμμένης ιστορίας κι ενός κλασικού δράματος εποχής, είναι απολύτως ισορροπημένη.
Ο Κόπολα, ολοκλήρωσε το όραμά του, παρότι τα γυρίσματα δεν ήταν εύκολη υπόθεση, καθώς εκτός από τη γιγαντιαία αποστολή που είχε, έπρεπε να κρατήσει τον έλεγχο και τον τελικό λόγο στο μοντάζ, ενώ είχε να αντιμετωπίσει τις ιταλοαμερικανικές ενώσεις, που διαμαρτύρονταν για την εικόνα που τους έδινε. Παρόλα αυτά, ο Κόπολα τα κατάφερε.
O Al Pacino εξομολογείται σκληρές αλήθειες για το Godfather
Ο βετεράνος ηθοποιός μιλά για το πώς πήρε το ρόλο, πως απέφυγε τα Όσκαρ και για το τι σημαίνουν όλα αυτά σήμερα.
Το «Godfather» έκανε πρεμιέρα πριν από 50 χρόνια, το Μάρτιο του 1972 στη Νέα Υόρκη και σίγουρα όλοι μας καταλαβαίνουμε γιατί ίσως ο Al Pacino δεν θα ήθελε να μιλάει άλλο για την ταινία.
Στο τηλέφωνο ο Al Pacino ακούγεται πολύ ήρεμος και για τα 81 του χρόνια το μυαλό του λειτουργεί πολύ καθαρά. Ακόμη δεν μπορεί να πιστέψει πως αυτή η επική σχεδόν ταινία του χάρισε την καριέρα του.
«Αυτή τη στιγμή βρίσκομαι εδώ γιατί έπαιξα στο Godfather. Τίποτα από όλα αυτά δεν θα είχε συμβεί αν δεν είχα πάρει το ρόλο. Για έναν ηθοποιό ένας τέτοιος ρόλος είναι σαν να κερδίζει το λαχείο» λέει ο ίδιος.
«Όταν διάβαζα το βιβλίο, ήταν το πρώτο πρόσωπο που μου ήρθε στο μυαλό» λέει ο Κόπολα. «Ήταν ακριβώς αυτός που χρειαζόμουν».
Ο Al Pacino γνώρισε για πρώτη φορά τον Κόπολα στα γραφεία της εταιρίας παραγωγής του δεύτερου στο San Francisco. «Τους γνώρισα όλους εκεί. Από τον Steven Spielberg μέχρι τον Scorsese και τον George Lukas μέχρι τον De Palma», λέει ο Al.
«Ο Coppola με πρόσεξε πρώτη φορά όταν έπαιζα σε ένα θεατρικό στο Broadway. Δεν ήρθε όμως να μου μιλήσει αμέσως. Μετά από καιρό μου ήρθε ένα μήνυμα που έλεγε πως θέλει να με δει στα γραφεία του στο San Francisco, μου πλήρωνε τα έξοδα και το αεροπλάνο. Έκατσα εκεί πέντε μέρες».
«Μου πρότεινε να διαβάσω ένα ερωτικό σενάριο που είχε γράψει, μία ρομαντική ταινία που ποτέ δεν γυρίστηκε τελικά. Φυσικά με απέρριψε. Ήμουν πολύ νέος τότε ακόμη».
«Και μετά από καιρό με ξαναπήρε τηλέφωνο και μου είπε πως αυτή τη φορά γυρνούσε το Godfather και πως με ήθελε στην ομάδα του». Εγώ απλά είπα από μέσα μου πως ο τύπος παίζει να το έχει χάσει. Κι όμως κάπως έτσι, από τη μία μέρα στην άλλη, μου δώσανε το ρόλο».
«Τότε η Paramount απέρριψε τα πάντα. Από τον Marlon Brando μέχρι το σενάριο, όλα. Υπήρχαν διαφορές στα συμβόλαια».
Τότε, όπως λέει ο ίδιος, στα γυρίσματα είχε μονίμως ένα απογοητευμένο βλέμμα στο πρόσωπο του. κι όμως ήταν αυτό που ήθελε ο Coppola. Ήταν ακριβώς αυτό που έψαχνε. «Όταν ένας σκηνοθέτης σε θέλει, το καταλαβαίνεις αμέσως. Μετά όλα γίνονται αυτόματα. Μετά κυλάει σαν νερό. Και ο Coppola με ήθελε πολύ, φαινόταν αυτό. Αυτό το απογοητευμένο βλέμμα ήταν το εισιτήριο μου για το ρόλο».
Και μετά μίλησε για τον Marlon Brando και για το πώς ήταν απίστευτα υποστηρικτικός σε όλη τη διάρκεια των γυρισμάτων. «Ήμουν νέος και άγνωστος, άπειρος και φοβόμουν. Ο Μarlon όμως με είχε από κοντά πάντα. Ήταν ένας δάσκαλος για μένα».
«Τη μέρα που γυρίσαμε την σκηνή με την ταφή του Brando, ο Coppola έκλεγε πάνω από την ταφόπλακα στο τέλος. Τον ρώτησα τι είχε και μου είπε πως έκλαιγε γιατί η παραγωγή δεν του έδινε άλλη μία λήψη. Τότε ακριβώς κατάλαβα πόσο παθιασμένος ήταν ο άνθρωπος αυτός και πόσο καλή ταινία γυρίζαμε»
Μετά μίλησε για τα Όσκαρ και το γιατί δεν πήγε στην τελετή τότε. «Τότε όλοι ήταν ενάντια στις πρακτικές που είχε η βιομηχανία του Χόλυγουντ. Θυμήσου πως τότε ήταν που έδωσε ο Marlon Brando πίσω το Όσκαρ του. Όλοι μας είχαμε επαναστατήσει εκείνες τις μέρες».
Όταν τον ρώτησαν πως αισθάνεται σήμερα για όλη εκείνη τη δόξα που του φέρνει κάθε μέρα το Godfather, εκείνος απαντάει:
«Αισθάνομαι τιμή για την ευκαιρία που μου δόθηκε να παίξω αυτό το ρόλο. Είναι μία από τις πιο λαμπρές στιγμές της ζωής μου».